χαράτσι — το / χαράτσιον, ΝΜ, και χαράτζι Ν (κατά την τουρκοκρατία) κεφαλικός φόρος υποχρεωτικός για τους Ορθοδόξους νεοελλ. μτφ. 1. πρόστιμο 2. (κατ επέκτ.) κάθε βαριά φορολογία. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. harac] … Dictionary of Greek
χαρατσώνω — Ν [χαράτσι] 1. επιβάλλω και εισπράττω χαράτσι 2. μτφ. α) επιβάλλω και εισπράττω βαρείς φόρους ή υπέρογκα πρόστιμα β) αποσπώ χρήματα με εύσχημο τρόπο … Dictionary of Greek
Nikos Papazoglou — (griechisch Νίκος Παπάζογλου, * 20. März 1948 in Thessaloniki; † 17. April 2011 [1] ebenda) war ein griechischer Sänger und … Deutsch Wikipedia
Nikos Papazoglou — Νίκος Παπάζογλου Datos generales Nacimiento 20 de Marzo, 1948 Origen … Wikipedia Español
Nikos Papazoglou — Νίκος Παπάζογλου Background information Born 20 March 1948(1948 03 20) Origin … Wikipedia
Níkos Papázoglou — Naissance 20 mars 1948 … Wikipédia en Français
Папазоглу, Никос — В Википедии есть статьи о других людях с такой фамилией, см. Папазоглу. Никос Папазоглу … Википедия
ακρόστιχον — Φορολογία των Βυζαντινών, που επιβαλλόταν στην έγγεια ιδιοκτησία. Οι φορολογούμενοι καταγράφονταν στο λεγόμενο υπομνηστικόν κατάστιχον, που κρατούσε ο γενικός λογοθέτης. Ήταν τακτική εισφορά και εκείνος που δεν «εισεκόμιζε» το ποσό που του… … Dictionary of Greek
αχαράτσωτος — η, ο 1. αυτός που δεν πληρώνει ή δεν πλήρωσε χαράτσι, αφορολόγητος 2. όποιος δεν υποβλήθηκε σε δαπάνη παρά τη θέλησή του … Dictionary of Greek
γυφτοχαρατζής — ο (επί τουρκοκρατίας) ακόλουθος τών έφιππων φορολόγων (σπαχήδων), οι οποίοι γύριζαν τις επαρχίες για την είσπραξη τού κεφαλικού φόρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < γύφτος + χαρατζής «αυτός που εισέπραττε το χαράτσι»] … Dictionary of Greek